Η δυνατή βÏοχή σταμάτησε και το φεγγάÏι που Îκανε την εμφάνιση του ανάμεσα από τα σÏννεφα φώτισε το χωÏαφάκι χαÏίζοντας του μια αβάσταχτη γαλήνη .Ο γάιδαÏος σηκώθηκε από το κÏεβάτι του,πεÏπάτησε μÎχÏι τη πόÏτα,την άνοιξε και αφÎθηκε να κοιτάζει και να αφουγκÏάζεται τη φÏση που γουÏγοÏÏιζε από ικανοποίηση λουσμÎνη καθώς ήταν από τα νεÏά της βÏοχής. Πόσο καιÏÏŒ είχε να δει Îνα Ï„Îτοιο θÎαμα ,όλο του το σώμα Ï„Ïανταζόταν από την επιθυμία ,το βλÎμμα του δεν χόÏταινε να κοιτάει τις σταγόνες του νεÏÎ¿Ï Ï€Î¿Ï… λαμποκοποÏσαν πάνω στα φυτά και τα δÎντÏα αντανακλώντας το φως της σελήνης .Στεκόταν ακουμπισμÎνος στην κάσα της πόÏτας και το μυαλό του ÎÏ„Ïεχε ταυτόχÏονα με το κÏÏο αεÏάκι που φυσοÏμε, διαλÏοντας τη σκλαβιά του εγώ του και Ï€Ïοκαλώντας απÏόσμενη απελευθÎÏωση στο είναι του.